
Από που ξεκινά ο ρυθμός; Όχι από τη μουσική. Από την ανάγκη.
Κάποιοι με ρώτησαν:
«Μα… εσύ χορεύεις;»
Και εγώ τους απάντησα με μια ματιά που έκανε πιο πολύ θόρυβο απ’ ό,τι όλες οι ορχήστρες μαζί.
Ο χορός δεν είναι σωματική δραστηριότητα. Είναι πράξη αντίστασης.
Χόρεψα για να μη σκουριάσω.
Χόρεψα για να μη χαθώ στα στατικά.
Χόρεψα γιατί με καλούσε το μέσα μου.
Όχι το κοινώς αποδεκτό σώμα. Αλλά το σώμα που επέμενε να είναι ζωντανό, δημιουργικό, ατίθασο.
Κλασικός και Σύγχρονος — Το Παράλογο της Χάρης.
Ήμουν εκεί, σε χώρους που κάποιοι θα περίμεναν… άλλους.
Ήμουν η παραφωνία που έγινε μελωδία.
Και έμαθα πως:
• Στο κλασικό, υπάρχει αυστηρότητα. Κάθε κίνηση, ένας νόμος. Μα εγώ έμπαινα και τον διαπραγματευόμουν.
• Στο σύγχρονο, υπάρχει ρήξη. Κάθε σώμα έχει φωνή. Και το δικό μου έβγαλε μια κραυγή που έγινε ποίηση.
Χορός για μένα δεν ήταν απλώς επιβεβαίωση ύπαρξης.
Ήταν εξέγερση.
Η σκηνή δεν σε ρωτάει αν μπορείς — σε ρωτάει αν θες;
Όταν ανεβαίνεις στη σκηνή, δεν κουβαλάς την αναπηρία σου.
Κουβαλάς την αλήθεια σου.
Και εκείνη, είτε σέρνεται, είτε πηδάει, είτε στροβιλίζεται, θέλει να ειπωθεί.
Έχω χορέψει για να πω:
• Ότι δεν χρειάζομαι άδεια για να εκφραστώ.
• Ότι η αισθητική δεν έχει μόνο μια μορφή.
• Ότι το σώμα μου μπορεί να μεταφέρει συγκίνηση — και ας μην χορεύει όπως "πρέπει".
Όταν ο κόσμος σιωπά μπροστά σε μια κίνησή σου, έχεις μόλις αλλάξει έναν νόμο του.
Ο χορός ως τελετουργία: Όταν δεν πατάς στη γη, αλλά στην ψυχή
Στους ρυθμούς, άκουσα τη φωνή μου.
Στις κινήσεις, βρήκα ένα άλλο λεξιλόγιο — εκείνο της συναισθηματικής έκρηξης.
Χορός είναι να λες:
"Είμαι εδώ" χωρίς να πεις λέξη.
Και κάπου ανάμεσα σε μια στροφή και μια αναπνοή,
ένιωσα αυτό που λίγοι νιώθουν:
Το σώμα μου να μ’ αγαπά πίσω.
Το σώμα ως πολιτική δήλωση
Δεν υπήρξα ποτέ «χορευτής με αναπηρία».
Υπήρξα χορευτής με λόγο.
Κάθε παράσταση ήταν μια φωνή προς όσους νομίζουν πως:
• Η αναπηρία είναι στασιμότητα.
• Η τέχνη έχει σύνορα.
• Η ομορφιά έχει φόρμες.
Εγώ ήρθα να διαλύσω και τα τρία.
Στον καθρέφτη του στούντιο
Βλέπω έναν άνθρωπο που
δεν ζήτησε ποτέ να του κάνουν χώρο.
Τον πήρε.
Που δεν αρκέστηκε στο «κάτσε ήσυχα».
Χόρεψε φασαρία.
Που δεν χόρεψε για να τον δουν.
Χόρεψε για να υπάρξει.


